Κριτική του Δήμου Χλωπτσιούδη για το “Εσένα”

Η γυμνή ερωτική γλώσσα του Γ. Κ. Ψάλτη στην εποχή του καθωσπρεπισμού

Αν «η ποίηση ξεκινά ως αυτοβιογραφία του ποιητή και καταλήγει ως αυτοβιογραφία του ακροατή/αναγνώστη», τότε η τελευταία ποιητική συλλογή του Γιώργου Κ. Ψάλτη,  «Εσένα» (Ίκαρος, 2017) πράγματι το πετυχαίνει. Πρόκειται για μία ενιαία ποιητική σύνθεση με επίκεντρο τον έρωτα, όπου το πρωτοενικό υποκείμενο αντιστοιχεί σε όλο το ανδρικό φύλο, σε κάθε ερωτική ηλικιακή φάση, κι η εσένα στις γυναίκες κάθε ηλικίας.

Στον πυρήνα της προβληματικής του ποιητή είναι ο έρωτας σε όλες του τις φάσεις. Από το γυμνό χάδι ως τον οργασμό. Μία ερωτική διαδρομή στον χρόνο και τον πολυκύμαντο ποιητικό λόγο μέσα σε αφαιρετικές περιγραφές. Το υγρό στοιχείο και η θάλασσα είναι διαρκώς παρόντα, καθώς συνειρμικά συνδέονται με τον έρωτα. Σταθερό μοτίβο της ποιητικής σκηνής είναι η εικόνα της θάλασσας, από ένα  μπαλκόνι. Έτσι, ετούτη με τον λυρισμό της περικλείει όλη τη σύνθεση.

Η γλώσσα του Γιώργου Κ. Ψάλτη προκαλεί με την τόλμη της. Μολονότι σήμερα η κοινωνία έχει απενεργοποιήσει το σεξ, ο ποιητής επιλέγει να προκαλέσει εκφραστικά απεκδύοντας τον έρωτα από κάθε ποιητική διάθεση. Μα τούτη η γλωσσική επιλογή του, αναδύει όλη τη ζωντάνια της προφορικότητας, τον αντιποιητικό καθημερινό/λαϊκό λόγο που ξεγυμνώνει λάγνα τον ανθρώπινο πόθο για τη σαρκική ένωση. Άλλωστε, ο Έρως δημιούργησε το σύμπαν, ως μήλο και φίδι έδιωξε τους πρωτόπλαστους και έφερε τόσες μυθικές καταστροφές και πολέμους.

Κοφτές φράσεις με στοιχεία ρομαντισμού επιφέρουν έναν γρήγορο “αφηγηματικό” ρυθμό, γεμάτο ενέργεια και διαρκή κίνηση. Η απουσία σημείων στίξης –πλην της τελείας στο τέλος της στροφής– επιταχύνει τη στιχουργική ροή και τη συναισθηματική ένταση. Ο “απότομος” στίχος ορίζει την υψηλή ταχύτητα, ενώ άλλοτε επιβραδύνει καθώς γίνεται επαυξημένη πρόταση ή συχνά ονοματικά σύνολα, υποτακτικά και μετέωρα, ωσάν ερωτική σύζευξη.

Μία συνειρμική διάθεση διαπνέει όλη τη συλλογή. Ένας πηγαίος αυθορμητισμός με ρίζα στον υπερρεαλισμό διατρέχει την ποιητική σύνθεση συναντώντας λυρικές πινελιές και φέρνοντας σε ισορροπία τον ποιητικό του λόγο με τον αντιρομαντισμό. Η φυσικότητα της έκφρασής του δίνει την αίσθηση ενός έργου απέριττου με έντονα πεζολογικά χαρακτηριστικά. Μα στην ποίηση του Ψάλτη, τίποτα δεν είναι τυχαίο, όλα κατέχουν έναν λειτουργικό ρόλο∙ οι επαναλήψεις, η θρησκευτική ορολογία, η “πρόστυχη” έκφραση, ο λυρισμός, ο θρυμματισμός του στίχου του όλα συμβάλλουν στη δημιουργία ενός έργου για τον έρωτα.

Στον λυρικό τούτο καμβά τα φυσιολατρικά πλάνα συνδέονται με στοιχεία από την εκκλησιαστική γλώσσα και το μυθολογικό θησαυροφυλάκιο. Άλλωστε, τα δύο τελευταία μετά από τόσους αιώνες αποτελούν πια κομμάτι της λαϊκής κουλτούρας και γλώσσας1  κι έτσι έρχονται σε πλήρη γλωσσική αρμονία με τον καθημερινό λόγο της σύνθεσης όσο και με τις στοχαστικές προσεγγίσεις του δημιουργού.
Μα μέσα στη σκηνική αφηγηματική ροή της στιχουργικής του Ψάλτη, στέρεες μεταφορές και ποιητικά αποφθέγματα αποκαλύπτονται ως νησίδες στην τρικυμία του έρωτα. Γοητεύουν τον ακροατή με τη στοχαστική τους διάθεση, ξανά θυμίζοντας τον Αριστοτέλη όπου η ποίηση μιλάει για τα καθόλα, για τα γενικά.

Ας μην προσπεράσουμε όμως τη θεατρικότητα της ποιητικής σύνθεσης. Με μία αφηγηματική ροή που αλλάζει συχνά, το ποιητικό εγώ απευθύνεται συχνά στο ίδιο το αντικείμενο του έρωτα, την “εσένα”, το διαρκώς παρόν στη σκηνή β’ ενικό πρόσωπο. Άλλοτε πάλι διηγείται ποιητικά για τρίτα πρόσωπα. Έτσι όμως τόσο με την ποικιλία των γραμματικών προσώπων όσο και με την ταχύτατη αλλαγή σκηνών, ο δημιουργός κρατά το ενδιαφέρον του αναγνώστη/ακροατή, μέσα σε μία ποίηση σκηνική επί της ουσίας.

Βέβαια είναι αναγκαίο να κάνουμε έναν διαχωρισμό ανάμεσα στον ποιητή και το εγώ της ποιητικής σύνθεσης. Το αυτοαναφορικό υποκείμενο επιστρατεύεται ως ένας ενδοδιηγητικός αφηγητής με εσωτερική εστίαση. Είναι ένας μονολογικός υποκριτής στο ερωτικό θέατρο του Ψάλτη, που δεν ταυτίζεται με τον ποιητή, όπως έθεσε ο Genete. Το ίδιο μακριά βεβαίως από τον δημιουργό αφήνει το αυτοαναφορικό υποκείμενο και ο Thomas Docherty, ενώ και ο Wayne Booth το βλέπει ως μυθοπλαστικό χαρακτήρα που απλά υπόκειται στην υποκειμενική σύλληψη της πραγματικότητας του δημιουργού.

Επιλογικά, ο Ψάλτης παραδίδει μία ποιητική συλλογή με χαρακτηριστικά ερωτικού δράματος, όπου στοχάζεται για τον έρωτα, συγκινώντας το κοινό με τον αντισυμβατικό και συνάμα λυρικό του ποιητικό λόγο. Η ερωτική επιθυμία και η σεξουαλική επαφή εκτίθενται ως έργο τέχνης στην γκαλερί της ποίησης, καθιστώντας το ορατό σε όλους, στα συναισθήματα και τις αισθήσεις μέσα στη διαστρωματωμένη ηλικιακή ανθρωπογεωγραφία της σύνθεσης. Στην εποχή του καθωσπρεπισμού ο Γιώργος Κ. Ψάλτης απαντά προκαλώντας, αφήνοντας γυμνή τη γλώσσα, όταν μιλά για τον έρωτα δίχως να την ωραιοποιεί.

Δήμος Χλωπτσιούδης
TV Χωρίς Σύνορα 14 Μαρτίου 2018

 1 βλ. σχετικά Δήμος Χλωπτσιούδης, Το θρησκευτικό στοιχείο ως μέσο ποιητικής έκφρασης, vakxikon, τεύχ. 32, Δεκέμβριος 2015.